ΙΣΤΟΡΙΑ
Εξήντα και ένα (61) χρόνια από την πιο μαζική και παράλληλα ηρωική απόδραση που έγινε ποτέ στην Ελλάδα. Ήταν ημέρα Κυριακή, στις 1.00 το μεσημέρι, όταν μέσα από μια σήραγγα 18 μέτρων, που είχαν σκάψει από το κελί 13 μέχρι τα λουτρά του εργοστασίου της Ντεστρέ και η αρχή του ήταν κάτω από το κρεβάτι του Ανδρέα Μπαρτζώκα, 27 πολιτικοί κρατούμενοι καταφέρνουν να κάνουν ένα απίστευτο άλμα προς την ελευθερία, δημιουργώντας μια από τις ωραιότερες ιστορίες για το πάθος του ανθρώπου για ελευθερία.
Οι 27 δραπέτες ήταν: Ανδρέας Μπαρτζώκας, λογιστής, ετών 28, υπόδικος * Γεώργιος Χατζηπέτρου, υδραυλικός, ετών 33, υπόδικος * Αριστοτέλης Γεωργούλιας, έμπορος, τελειόφοιτος Νομικής, ετών 38, υπόδικος * Βαρδής Βαρδινογιάννης, φοιτητής Νομικής ετών 33, υπόδικος * Χαράλαμπος Καλατζής, έμπορος, ετών 28, υπόδικος * Κώστας Λιναρδάτος, δημοσιογράφος, τελειόφοιτος Νομικής, ετών 33, υπόδικος * Δημήτρης Μυριανθόπουλος, εργάτης, ετών 42, υπόδικος * Γκαστόν Βερναρδής, τελειόφοιτος Ιατρικής, ετών 31, υπόδικος * Μιχάλης Κολοκοτρώνης, αρτεργάτης, ετών 30, υπόδικος * Περικλής Ροδάκης, μεταφραστής, ετών 30, υπόδικος * Βασίλης Δουκάκης, μεταφραστής, ετών 30, υπόδικος * Κώστας Φίλης, καθηγητής Φιλολογίας, ετών 28, υπόδικος * Βασίλης Κάτρης, εργάτης, ετών 30, υπόδικος * Κυριάκος Τσακίρης, φοιτητής Νομικής, ετών 39, υπόδικος * Δημήτριος Πανουσόπουλος, ιδιωτικός υπάλληλος, ετών 26, υπόδικος * Ανδρέας Βελλής, φοιτητής Πολυτεχνείου, ετών 26, υπόδικος * Σταύρος Καρράς, σπουδαστής Πολυτεχνείου, ετών 30, υπόδικος * Σωτήρης Σωτηρόπουλος, κτηματίας, ετών 35, υπόδικος * Σταύρος Σιδέρης, πτηνοτρόφος, ετών 30, υπόδικος * Λεωνίδας Τζεφρώνης, τελειόφοιτος Πολυτεχνείου, ετών 35, υπόδικος * Στυλιανός Πάσιος, σιδηροδρομικός, ετών 31, ισοβίτης * Αλέξης Παπαλεξίου, φοιτητής Ιατρικής, ετών 36, ισοβίτης * Αλέξης Παπούλιας, δικηγόρος, ετών 41, φυλάκιση 15 χρόνια * Γιώργος Γεωργίου, εργάτης, ετών 55, καταδικασμένος δυο φορές σε 10 χρόνια * Παντελής Κιουρτσής, έμπορος, ετών 42, κάθειρξη 15 χρόνια * Αλέξης Λογαράς, γεωπόνος, ετών 29, φυλάκιση 2 χρόνια * Ζήσιμος Κόκλας, δημόσιος υπάλληλος, ετών 40, φυλάκιση 5 μήνες.
Οι περισσότεροι ήταν κατηγορούμενοι για παράβαση του αναγκαστικού νόμου 375 περί κατασκοπίας, αλλά χωρίς στοιχεία, κι αργότερα, όταν «πιάστηκαν» κάποιοι απ’ αυτούς και έγινε η δίκη τους, απαλλάχθηκαν. Αντίθετα, κρίθηκαν ένοχοι για την απόδραση και «έφαγαν» από ένα χρόνο φυλακή, ενώ τιμωρήθηκαν και μ’ έναν επιπλέον χρόνο φυλακής για «φθορά δημόσιας περιουσίας», καθώς είχαν καταστρέψει κάποια παντζούρια στη διαδικασία της απόδρασής τους!
Όλη η ιστορία της επιχείρησης κράτησε περίπου 4,5 μήνες κι έγινε κάτω από τραγικά δύσκολες συνθήκες κινδύνου με μαθηματική ακρίβεια και μυστικότητα.
Ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα. Μια κινηματογραφική απόδραση με πολύ σασπένς, αρκετά στοιχεία θρίλερ και πολύ μεγαλύτερης αγωνίας, όπως θα ‘λεγε κάποιος φίλος του κινηματογράφου. Τέλεια μελετημένο, με υψηλή πιστότητα και γνώση, ολοκληρωμένες τεχνικές προδιαγραφές, βασισμένες πάνω σ’ ένα καλοστημένο σενάριο που υλοποιήθηκε παραδειγματικά.
Ο Ανδρέας Μπαρτζώκας αφηγήθηκε με λεπτομέρειες πριν μερικά χρόνια στο «Ρεπορτάζ Χωρίς Σύνορα» της ΕΡΤ την ιστορία της απόδρασης και για το ξεκίνημα είχε πει: «Αρχίσαμε, εάν θυμάμαι καλά, στις 17 Μαρτίου το ’55 και κράτησε αυτή η δουλειά τέσσερις μήνες, εάν αφαιρέσουμε 15 μέρες, που το είχαμε διακόψει, διότι μας είχαν πάρει χαμπάρι. Ήταν προβληματικό αυτό το πράγμα εκεί μέσα. Δεν υπήρχε αέρας. Είχε φτιάξει μια ξύλινη βεντάλια ο Χατζηπέτρος, αλλά κι αυτή μας έπιανε χώρο. Ακόμη δουλεύαμε με λαμπάκια. Οι κρατούμενοι έφτιαχναν κάτι χειροτεχνήματα και δικαιολογούμασταν να μας φέρουν στο επισκεπτήριο στήλες φακού και λαμπάκια, δήθεν τα χρειαζόμαστε για τα χειροτεχνήματα. Είχαμε μπάσει μέσα γύρω στις 600 στήλες, γιατί δουλεύαμε μέσα με την τετράγωνη πλάκα μπαταρία, μ’ ένα γλομπάκι επάνω».
Η τρύπα αποφασίστηκε ν’ ανοίξει κάτω από το κρεβάτι του Μπαρτζώκα, που βρισκόταν δεξιά, δίπλα στην είσοδο του κελιού. Το κρεβάτι εκείνο, όπως όλα τα κρεβάτια της φυλακής, δεν ήταν παρά τρεις μετακινούμενες σανίδες στηριγμένες πάνω σε τρία τσιμεντένια τοιχάκια. Τα εργαλεία της δουλειάς, ήταν αρχικά ένα κοπίδι και ένα τσαγκαράδικο σφυρί, από εκείνα που έπαιρναν από το εργαστήριο της φυλακής για διάφορα μαστορέματα. Αργότερα, όταν προχώρησαν στο σκάψιμο, απόκτησαν κι ένα σκεπάρνι.
Αναζητώντας (μάταια) τους «ερυθρούς δραπέτας»
17 Ιουλίου 1955, ημέρα Κυριακή, ώρα 1 απόγευμα στους λουτήρες του εργοστασίου λουλακιού «Ντεστρέ», που βρίσκεται ακριβώς απέναντι από τις φυλακές Βούρλων στη Δραπετσώνα: Ενα μέρος του τοίχου υποχωρεί στη βάση του, κάτω από τα χτυπήματα που δέχεται, κι ένας άντρας πετάγεται από το άνοιγμά του.
Βγάζει με ταχύτητα το μαντίλι που καλύπτει το κεφάλι του, τις πιτζάμες που φορά πάνω από το κοστούμι του, τις κάλτσες που καλύπτουν τα παπούτσια του -όλα γεμάτα χώματα-, τινάζεται και φτιάχνεται.
Ενας άλλος πίσω του βγαίνει με τον ίδιο τρόπο, κάνοντας τις ίδιες κινήσεις.
Η σκηνή επαναλαμβάνεται, σε διάστημα μιας ώρας, 27 φορές. Δεν αποχωρούν όλοι μαζί.
Μόλις συμπληρώνονται ομάδες των 4-5 προχωρούν στην έξοδο, διασχίζοντας το αδιέξοδο που βγάζει στην οδό Κανελλοπούλου, βγαίνουν στον δρόμο (που δεν βλέπει φυσικά στην είσοδο των φυλακών) και σκορπίζονται.
Εχουν βγει οι περισσότεροι από τους μισούς, όταν καταφτάνει ο φύλακας του εργοστασίου, ειδοποιημένος από τη 16χρονη κόρη του, που τα έχασε βλέποντας τόσους ανθρώπους να βγαίνουν από το κλειστό εργοστάσιο.
– Τι κάνετε εσείς εδώ;
– Είμαστε αστυνομικοί και ήρθαμε να πλυθούμε!
Και καθώς η εξήγηση δεν τον πείθει, αναλαμβάνει κάποιος τη φύλαξή του μέχρι να φύγουν όλοι, οπότε τον κλείνει στην τουαλέτα, εξασφαλίζοντας και τη δική του φυγή.
Όταν ο φύλακας καταφέρνει να βγει, ο τελευταίος δραπέτης έχει κιόλας σαλτάρει στο λεωφορείο της γραμμής Δραπετσώνα – Λιπάσματα, που έχει στάση απέναντι, κι έχει χαθεί.
Οι σειρήνες των φυλακών θα ηχήσουν μετά μισή ώρα, όταν ο φύλακας με την κόρη του παρουσιαστούν στον αξιωματικό υπηρεσίας και όταν οι υπεύθυνοι των φυλακών πάρουν χαμπάρι πόσοι και πώς δραπέτευσαν.
Η επικήρυξη
Στις 22 Ιουλίου δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως διάταγμα με το οποίο οι 26 δραπέτες (ο ένας, ο Σταύρος Σιδέρης, συνελήφθη στο σπίτι όπου κατέφυγε) επικηρύσσονται με τον νόμο του 1871 «περί ληστοκρατείας», ως «λίαν επικίνδυνοι διά την δημοσίαν ασφάλειαν, για τον φόνο, την σύλληψη ή την αποτελεσματική κατάδοσή τους», με την ακόλουθη σειρά και τα αντίστοιχα χρηματικά ποσά:
α) 30.000 δρχ. για τους: Α. Τζεφρώνη, Γ. Γεωργίου, Κ. Τσακίρη, Στ. Καρρά, Π. Κιουρτσή.
β) 20.000 δρχ. για τους: Γκ. Βερναρδή, Β. Βαρδινογιάννη, Κ. Φίλη, Αρ. Γεωργούλα, Χ. Καλαντζή, Κ. Λιναρδάτο, Δ. Μυριανθόπουλο, Αν. Μπαρτζώκα, Α. Παπαλεξίου, Στ. Πάσιο, Αλ. Παπούλια.
γ) 15.000 δρχ. για τους: Γ. Χατζηπέτρου, Β. Κάτρη, Σ. Σωτηρόπουλο, Π. Ροδάκη, Β. Δουκάκη, Α. Βελλή, Δ. Πανουσόπουλο, Μ. Κολοκοτρώνη.
δ) 10.000 δρχ. για τον φόνο ή τη σύλληψη και 5.000 δρχ. για την αποτελεσματική κατάδοση των: Αλ. Λογαρά, Ζ. Κόκλα.
Ποιοι λόγοι επέβαλαν την απόδραση;
«Ο Ψυχρός Πόλεμος βρισκόταν στο κατακόρυφο», λέει ο Τσακίρης. «Οι Αμερικανοί εξεβίαζαν εκτελέσεις. Κυρίως γι’ αυτούς που έρχονταν απ’ έξω. Και υπήρχαν πληροφορίες ότι η κυβέρνηση Παπάγου το είχε αποδεχθεί».
To Κόμμα, λένε οι περισσότερες μαρτυρίες, το ήξερε. Δεν δόθηκε εντολή για απόδραση. Οι υπόδικοι έκαναν απλώς γνωστή την απόφασή τους να δραπετεύσουν. Το ίδιο πάντως βράδυ της απόδρασης, η «Φωνή της Αλήθειας», ο ραδιοφωνικός σταθμός του ΚΚΕ στο εξωτερικό, έκανε την παρακάτω έκκληση: «Καλούμε τον λαό και όλους τους πατριώτες να προστατεύσουν τους αγωνιστές που κατόρθωσαν να δραπετεύσουν από τις φυλακές της αμερικανοκρατίας. Ελευθερία και γενική αμνηστία στους αγωνιστές».
Πηγές:
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου